Aνάρτηση των Ερευνητικών Δοκιμίων των Πλ. Σακελλάρη, Σπ. Παγκράτη, Στ. Γιαννουλάκη και Δ. Ζαβέρδα

Ερευνητικό Δοκίμιο no 06 ǀ Μάρτιος 2022 με τίτλο "Public Sector Corruption and the Valuation of Systemically Important Banks" των Γ. Μπερτσάτου, Σπ. Παγκράτη και Πλ.Σακελλάρη

Περίληψη

We relate the valuation dynamics of global systemically important banks (G-SIB) to levels of public sector corruption in their country of domicile. We show that G-SIB valuations benefitted from higher perceived public sector corruption before the global financial crisis (1998:Q1-2007:Q2), but not during or after the crisis (2007:Q3-2018:Q1). We interpret this as evidence of a corruption-related hidden subsidy in the valuation of G-SIBs before the crisis, which is reversed after the crisis. Corruption affects the transmission channels of bank characteristics to Price-to-Book (PB) valuation ratios both through negative and positive indirect effects. We provide evidence that the corruption-related distortions of level playing field before the crisis were primarily attained through the leverage channel. The sensitivity of PB to earnings risk increases with corruption and this is particularly evident post-crisis. Higher corruption leads to a dwindling passthrough to PB of dividend payout ratios, growth rates in GDP, and expected net-income. 

Ο Γ. Μπερτσάτος είναι Μεταδιδάκτορας στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου. Ο Σπ. Παγκράτης είναι Επίκουρος Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και ο  Πλ.Σακελλάρης είναι Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.


Ερευνητικό Δοκίμιο no 07 ǀ Μάρτιος 2022 με τίτλο "Finance or Demand: What drives the Responses of Young and Small Firms to Financial Crises?" των Στ.Γιαννουλάκη και Πλ. Σακελλάρη

Περίληψη

Χρησιμοποιώντας το μεγαλύτερο διαθέσιμο δείγμα δεδομένων ελληνικών επιχειρήσεων για τη περίοδο 1998-2014, μελετάμε και ποσοτικοποιούμε πόσο πιο ευάλωτες ήταν οι μικρές ή νεοφυείς επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια της ελληνικής οικονομικής κρίσης, εξετάζοντας παράλληλα τόσο τις πιθανές αιτίες όσο και τις συνέπειες για τη συνολική οικονομία.

Αρχικά, δείχνουμε  ότι η κρίση ήταν πιο επιζήμια για τις νεοφυείς (εν συγκρίσει με τις παλαιότερες) και για τις μικρές (εν συγκρίσει με τις μεγάλες) επιχειρήσεις. Πιο συγκεκριμένα, η πτώση του ρυθμού μεγέθυνσης των πωλήσεων κατά τη διάρκεια της κρίσης ήταν περίπου 6,6 ποσοστιαίες μονάδες μεγαλύτερη στις νεοφυείς απ’ ό,τι στις παλαιότερες επιχειρήσεις. Αντιστοίχως, η πτώση του ρυθμού μεγέθυνσης των πωλήσεων ήταν περίπου 9,8 ποσοστιαίες μονάδες μεγαλύτερη στις μικρές απ’ ό,τι στις μεγάλες επιχειρήσεις.

Εν συνεχεία, δείχνουμε  πως ενώ η υπερβάλλουσα πτώση των ρυθμών ανάπτυξης των μικρών επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια της κρίσης οφείλεται τόσο σε χρηματοδοτικούς περιορισμούς όσο και σε μη αναμενόμενες διαταραχές στη ζήτηση, η υπερβάλλουσα πτώση στους ρυθμούς ανάπτυξης των νεοφυών επιχειρήσεων οφείλεται μεν σε περιορισμούς χρηματοδότησης, αλλά όχι σε μη αναμενόμενες διαταραχές στη ζήτηση.

Τέλος, αναλύουμε τις επιπτώσεις των παραπάνω φαινομένων στη συνολική οικονομία. Το 13% της πτώσης της συνολικής παραγωγής της ελληνικής οικονομίας κατά τη διάρκεια της κρίσης οφείλεται στην υπερβάλουσα ευπάθεια των μικρών επιχειρήσεων, με τους χρηματοδοτικούς περιορισμούς και τις μη αναμενόμενες διαταραχές στη ζήτηση να συμβάλλουν σχεδόν εξίσου στη πτώση αυτή. Αντιστοίχως, το 14% της πτώσης της συνολικής παραγωγής οφείλεται στην υπερβάλλουσα ευπάθεια των νέων επιχειρήσεων, με περισσότερο από το ήμισυ αυτής της πτώσης αυτής να απορρέει από τους χρηματοδοτικούς περιορισμούς που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις αυτές.

Τα ευρήματά μας μπορεί να φανούν χρήσιμα στη συζήτηση που εξελίσσεται - μεσούσης της κρίσης λόγω COVID-19 και στον απόηχο της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης που προηγήθηκε - για την κατάλληλη πολιτική στήριξης των επιχειρήσεων σε περιόδους υφέσεων ή οικονομικών κρίσεων. Κυβερνητικές πολιτικές που προσπαθούν να αμβλύνουν τους χρηματοδοτικούς περιορισμούς που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις υιοθετήθηκαν και υιοθετούνται ευρέως σε πολλές χώρες της Ε.Ε. (τόσο σε εθνικό όσο και σε κοινοτικό επίπεδο). Μέχρι τώρα οι περισσότερες από αυτές τις δράσεις εστίαζαν σε επιχειρήσεις συγκεκριμένου μεγέθους, παραμελώντας τον ρόλο της ηλικίας. Η μελέτη μας δείχνει ότι  -τουλάχιστον για την περίπτωση της Ελλάδας - οι χρηματοδοτικοί περιορισμοί που αντιμετωπίζουν οι νέες επιχειρήσεις έχουν πιο σημαντικές μακροοικονομικές επιπτώσεις από αυτές των μικρών επιχειρήσεων. Επομένως, η ηλικία δεν πρέπει να αγνοείται στη χάραξη δράσεων οικονομική πολιτικής.

Βρήκαμε επίσης πως οι μη αναμενόμενες διαταραχές στη ζήτηση που αντιμετωπίζουν οι μικρές επιχειρήσεις έχουν σημαντικές επιπτώσεις στη συνολική οικονομία. Ως εκ τούτου, οι δημόσιες πολιτικές που στοχεύουν στη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα πρέπει επίσης να επικεντρωθούν σε παρεμβάσεις που τονώνουν τη ζήτηση, όπως σε φοροελαφρύνσεις ή μέτρα ενίσχυσης της καινοτομίας

Ο  Στ. Γιαννουλάκης είναι Μεταδιδάκτορας στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και  ο Πλ. Σακελλάρης είναι Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.



Ερευνητικό Δοκίμιο no 08 ǀ Μάρτιος 2022 με τίτλο "Production Function Estimation Controlling for Endogenous Productivity Disruptions" των Πλ. Σακελλάρη και Δ. Ζαβέρδα

Περίληψη

Ανάμεσα στις υποθέσεις του επικρατούς υποδείγματος για την εκτίμηση συναρτήσεων παραγωγής είναι ότι η παραγωγικότητα των επιχειρήσεων δεν επηρεάζεται από τις αποφάσεις τους. Όμως, η βιβλιογραφία που ασχολείται με τα κόστη προσαρμογής των παραγωγικών συντελεστών, παρατηρεί ότι υψηλά ποσοστά επέκτασης του φυσικού κεφαλαίου συχνά σχετίζονται με συστηματικές διαταραχές στην παραγωγικότητα. Προτείνουμε ένα τροπoποιημένο υπόδειγμα, το οποίο είναι συνεπές με αυτήν την παρατήρηση της βιβλιογραφίας.

Βρίσκουμε ότι τέτοιου είδους διαταραχές της παραγωγικότητας παρατηρούνται και σε ένα δείγμα διαστρωματικών χρονοσειρών επιχειρήσεων της ελληνικής βιομηχανίας. Τα δύο υποδείγματα, το υπάρχον και η τροποποίησή μας, οδηγούν σε στατιστικά διαφορετικές εκτιμήσεις της συνάρτησης παραγωγής. Κατά συνέπεια, υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές σε περαιτέρω αποτελέσματα που βασίζονται στην εκτιμημένη συνάρτηση παραγωγής.

Η μέση παραγωγικότητα είναι 2,5-2,6% πιο χαμηλή στο δικό μας υπόδειγμα. Το μέγεθος της μέσης διαταραχής στην παραγωγικότητα που προκαλείται από μία μεγάλη επένδυση, για το υπάρχον υπόδειγμα είναι 5,46 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ για το δικό μας είναι 6,31 ποσοστιαίες μονάδες. Οι συνιστώσες της μέσης συνολικής παραγωγικότητας του κλάδου, επίσης διαφέρουν σημαντικά. Η τεχνική αποτελεσματικότητα για το δικό μας υπόδειγμα είναι 10,11% χαμηλότερη πριν την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, χαμηλότερη κατά 4,36% κατά τη διάρκεια της κρίσης και 17,17% χαμηλότερη στην περίοδο ανάκαμψης. Η αποτελεσματικότητα λόγω ανακατανομής των παραγωγικών συντελεστών για το δικό μας υπόδειγμα είναι 38,82% χαμηλότερη πριν την κρίση, 10% χαμηλότερη κατά τη διάρκεια της κρίσης, ενώ κατά την ανάκαμψη το υπάρχον υπόδειγμα βρίσκει 69,95% χαμηλότερη από το δικό μας.

Επιπλέον, το δικό μας υπόδειγμα, σε αντίθεση με το υπάρχον, μας επιτρέπει να μελετήσουμε τη διαχρονική επίδραση των παραγωγικών διαταραχών που προκαλούνται από υψηλές επενδύσεις. Το συνολικό διαχρονικό κόστος τους ανέρχεται σε απώλεια κατά μέσο όρο του 17,10% του συνολικού μελλοντικού προϊόντος, εκ του οποίου μόλις το 5,05% συμβαίνει την αμέσως επόμενη περίοδο.

Ο  Πλ.Σακελλάρης είναι Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και ο Δ. Ζαβέρδας είναι Υποψήφιος Διδάκτορας του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.